κακομιλίας

κακομιλίας
κακομιλίᾱς , κακομιλία
bad intercourse
fem acc pl
κακομιλίᾱς , κακομιλία
bad intercourse
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Χαρώνδας — Νομοθέτης που συνέταξε τους νόμους της γενέτειράς του Κατάνης της Σικελίας. Οι νόμοι αυτοί εφαρμόστηκαν αργότερα και σε άλλες σικελικές πόλεις. Έζησε τον 6o αι. π.Χ. Πρώτος o X. όρισε να μαθαίνουν γράμματα όλοι οι γιοι των πολιτών, με πληρωμή των …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”